Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008

Καπναποθήκες (Ξάνθης)




Οι καπναποθήκες της Ξάνθης ήταν κτισμένες στον κάμπο, στα νοτιοανατολικά της παλαιάς πόλης και αποτελούσαν ιδιαίτερη συνοικία, διαχωρισμένη σαφώς από την κεντρική περιοχή εμπορίου και την περιοχή κατοικίας της αστικής τάξης.

Η περιοχή βρίσκονταν κοντά σε υπεραστικούς άξονες οδικής και σιδηροδρομικής (από το 1891) κυκλοφορίας και κυρίως κοντά στον άξονα που συνέδεε την Ξάνθη με τη Γενισέα. Πρώην πρωτεύουσα του νομού και ονομαστό καπνικό κέντρο του 19ου αιώνα.

Σήμερα η περιοχή των καπναποθηκών βρίσκεται πολύ κοντά στην πλατεία ελευθερίας, αποτελεί επέκταση του κέντρου της και οριοθετείται από τις οδούς Δημοκριτίου, Μιχαήλ Καραολή, Ελπίδος, Μπρωκούμη, Γεωργίου Κονδύλη, Ναυαρίνου,Έλλης και Λευκίππου.

Οι πρώτες καπναποθήκες εμφανίζονται μετά το 1860 και είναι κτίρια μονόφορα, ορθογωνικής κάτοψης , με πολλά συμμετρικα ανοίγματα στην πρόσοψη και λιγότερα στις άλλες όψεις, μονόχωρα με ξύλινες τετράρριχτες στέγες που καλύπτονται με κεραμίδια βυζαντινού τύπου.

Στο τέλος του 19ου αιώνα χτίζονται καπναποθήκες πολύ μεγαλύτερες από τις παλαιότερες, ομοίως από ξύλο και πέτρα, στεγασμένες με ξύλινες δίρριχτες στέγες.

Κύρια χαρακτηριστικά τους αποτελούν η συμμετρία στην οργάνωση της όψης και της κάτοψης, η αξονική προσπέλαση, το αυστηρό γεωμετρικό περίγραμμα, το μεγάλο ύψος, το στηθαίο που αποκρύπτει την απόληξη ή τριγωνικά αετώματα.

Και στις δύο κατηγορίες κτιρίων, που είναι και οι μοναδικές που εμφανίζονται, η κάτοψη είναι απλή με ορθογωνικό σχήμα, συμμετρικά επιλυμένη, με την είσοδο τοποθετημένη κάθετα στον άξονα του κτιρίου και τη βορεινή πλευρά με λίγα ή καθόλου ανοίγματα.

Όλα τα κτίρια έχουν ημιυπόγειο και σοφίτα (χώροι απαραίτητη για την επεξεργασία του καπνού) και έναν , δύο ή τρεις ορόφους. Ο χώρος του ισογείου είναι συνήθως υπερυψωμένος.

Στο ημιυπόγειο γίνεται η αποθήκευση των ανεπεξέργαστων καπνών πάνω σε κρεβαταριές, για να αερίζονται και να μην σαπίζουν. Για την εξασφάλιση μεγαλύτερου αποθηκευτικού χώρου υπάρχει συχνά πατάρι σε ένα τμήμα του.

Στο ισόγειο και στον όροφο όταν υπάρχει γίνεται με το φως της ημέρας από άντρες και γυναίκες η επεξεργασία του καπνού. Η σοφίτα είναι βοηθητικός χώρος επεξεργασίας , όταν δεν επαρκούν οι άλλοι χώροι.

Η επανάχρηση των βιομηχανικών κτιρίων:

Η επανάχρηση των βιομηχανικών κτιρίων είναι ένα σύνθετο πρόβλημα αν υπολογίσουμε ότι τα κτίρια αυτά:

1)καταλαμβάνουν συνήθως μεγάλες εκτάσεις γης που μπορούν να μετατραπούν σε κατοικίες.

2) «παροπλίζονται» όταν σταματήσει η λειτουργία τους, μια και η νοσταλγια δεν μπορεί να περισώσει παραγωγικές δραστηριότητες που οι νόμοι της διεθνούς οικονομίας και αγοράς επιτάσσουν την κατάρρευση ή διακοπή τους.


3)είναι συνδεδεμένα με την οικονομική και πολιτιστική ταυτότητα ολόκληρης της πόλης μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο. Όταν η σύνδεση ατονήσει και η ζωή μεταφερθεί σε άλλους χώρους παραμένει ανοιχτό θέμα ο επαναπροσδιορισμός και η μεταλλαγή της περιοχής πολεοδομική κλίμακα.

Η επανάχρηση και ενσωμάτωση των βιομηχανικών κτιρίων στις πόλεις μπορεί να είναι από κάθε άποψη ρεαλιστική. Με την επιλογή νέων χρήσεων και με την συνεργασία πολλών ειδικοτήτων, οι χώροι αυτοί μπορούν να αποτελέσουν μια μοναδική ευκαιρία απόδοσης στην πόλη χώρων χρήσης και αποφόρτισης του πολεοδομικού ιστού της.


1)Την εφαρμογή η αναβίωση ορισμένων δραστηριωτήτων του παρελθόντος κλάδων όπως η υφαντουργία,η οινοποιία, η επεξεργασία καπνού, η τυπογραφία, για την επανενεργοποίηση των ίδιων χωρών σε μια κατεύθυνση παραγωγική, που να προσεγγίζει την αρχική δραστηριότητα σε συνδυασμό με νέες οικονομικές συνιστώσες ώστε να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα του εγχειρήματος.

2)Την παραγωγή και προβολή στην αγορά ενός τοπικού προιόντος, την ενσωμάτωση αυτής της τοπικής παραγωγικής ιδιομορφίας σ’ένα δίκτυο τουριστικών αναπτυξιακών στόχων και την ταυτόχρονη λειτουργία αυτών των χωρών ως ζωντανών μουσείων.

3)Την στέγαση και άλλων χρήσεων στα υπάρχοντα κελύφη όπως κατοικιών, παραδοσιακών αγορών, βιοτεχνιών, καταστημάτων αναψυχής, εκπαιδευτικών εγκαταστάσεων και πολιτιστικών ιδρυμάτων. Η επαναχρησιμοποίηση των βιομηχανικών συγκροτημάτων θα πρέπει να γίνει αφού χαρακτηριστούν και ενταχθούν στα νέα πλαίσια λειτουργιών και αφού διατυπωθεί σαφώς ο προορισμός τους από τα γενικά ρυθμιστικά και χωροταξικά σχέδια πόλεων. Η περιοχή των καπναποθηκών στην Ξάνθη, τα μεταλλεία του Λαυρίου και τα «Παλιά» του Βόλου είναι παραδείγματα όπου άμεσα μπορεί να βρει εφαρμογή μια τέτοια πολιτική ανασύνθεσης του ιστού, ώστε οι βιομηχανικοί αυτοί χώροι να εμπλέκονται σε ένα σύγχρονο αστικό σύνολο.

Τα βιομηχανικά κτίρια δεν πρέπει να αποτελούν φαντάσματα του παρελθόντος ούτε ταριχευμένο πολιτιστικό αγαθό ή απονεκρωμένο μουσειακό σώμα, αλλά ζωντανό μνημείο, λειτουργικό- διατηρητέο και προσαρμόσιμο χώρο ώστε να συμβάλει στο ξύπνημα τα μνήμης και στην επανασύνδεση της εικόνας της πόλης.